Η σχέση μας με τον Κώστα τελείωσε μιας και βρήκε κοπέλα … Έτσι για αρκετό καιρό είχα αφοσιωθεί στον αντρούλη μου μόνο. Το διπλανό μας διαμέρισμα ξενοικιάστηκε και ο νέος νοικάρης ήταν ο Τάκης ένας πιτσιρικάς φοιτητής γύρω στα 25. Ήταν ένας εμφανίσιμος μεν, αλλά πολύ αδύνατος νεαρός και όχι ιδιαίτερα ψηλός.
Τον είχα δει ότι με έκοβε καλά-καλά και έλεγα από μέσα μου “μην κοιτάς καθόλου μικρέ γιατί άμα σε βάλω κάτω θα χάσεις το φως σου”. Έτσι αποφάσισα να παίξω λίγο μαζί του. Άρχισα να φοράω τα κολλητά μου και να βγαίνω στο μπαλκόνι για να απλώσω και τον έβλεπα που γούρλωνε τα μάτια του και γελούσα από μέσα μου. Μέχρι που μια μέρα τον είδα στο μπαλκόνι και παρατήρησα ότι το “επίμαχο” σημείο ήταν φουσκωμένο.
Αυτός με χαιρέτησε κανονικά όπως πάντα και μπήκε μέσα με ένα πλατύ χαμόγελο. Οι μέρες περνούσαν και ένα Σάββατο βράδυ κανονίσαμε να βγούμε με τα κορίτσια. Έβαλα ένα κολλητό κόκκινο, κοντό φουστάνι και μαύρες γόβες. Βγήκαμε με τα κορίτσια και τα ποτά και τα σφηνάκια δίνανε και παίρνανε. Σε μια φάση βλέπω το Τάκη στο μαγαζί και λίγο αργότερα μας έστειλε σφηνάκια. “Βρε το γλυκό μου, σκέφτομαι, γυρεύοντας πάει”. Του κάναμε στην υγεία του και τα ήπιαμε.
Η ώρα είχε πάει 5 παρά και ήμουνα αρκετά ζαλισμένη. Έτσι πήρα ταξί να γυρίσω σπίτι. Μόλις έφτασα σπίτι μάλλον όχι από σύμπτωση είδα και τον Τάκη με τη μηχανή του να φτάνει.
Κατεβαίνοντας από το ταξί και στη ζαλάδα μου μέσα παραπάτησα με τα τακούνια και γύρισα τον αστράγαλο μου. Βόγκηξα μιας και ο πόνος ήταν έντονος και ο Τάκης ήρθε τρέχοντας.
Τι έπαθες;… μου λέει.
Γύρισε το πόδι μου και πονάει.
Πάμε να βάλουμε λίγο πάγο να προλάβουμε το πρήξιμο… μου λέει και παίρνει το χέρι μου στον ώμο του να με βοηθήσει να πάμε στο ασανσέρ. Μπαίνουμε μέσα και ανεβαίνουμε στον όροφο. Ανοίγει την πόρτα του διαμερίσματος του και μπαίνουμε μέσα. Με βάζει να κάτσω στον καναπέ και φέρνει μια παγοθήκη. Κάθεται στο τραπεζάκι του σαλονιού και παίρνει το πόδι μου το σηκώνει και βάζει τον πάγο στον αστράγαλο μου. Το πόδι μου είναι ανάμεσα στα δικά του ενώ όπως έχει σηκωθεί του δίνω πλήρη “θέα”.
Με αυτά τα τακούνια δεν πιάνονται τα πόδια σου όλο το βράδυ;… μου λέει.
Άστα να πάνε, του απαντώ.
Κάτσε να νιώσεις πιο άνετα… και πιάνει τα πόδια μου, βγάζει τις γόβες μου και τα βάζει να πατήσουν και τα δύο ανάμεσα στα δικά του. Αρχίζει σιγά-σιγά ένα μασάζ στις γάμπες μου. Εγώ έχω παραδοθεί τελείως. Τα πόδια μου έχουν ανοίξει αρκετά, όσο χρειάζεται. Κουνάω λίγο τα δαχτυλάκια μου και ίσα ακουμπώ το τζιν του.
Είσαι άνετα;
Πολύ!
Σε πειράζει να χαλαρώσω λίγο κι εγώ;
Όχι φυσικά.
Τότε με γρήγορες κινήσεις βγάζει τα ρούχα του και έτσι περάσαμε ένα βράδυ μαζί, ώσπου μας βρήκε το ξημέρωμα…
Είμαι σίγουρη ότι ο άντρας μου μας άκουγε από το διπλανό διαμέρισμα.
Όταν το πρωί πια τελείωσε το “πανηγύρι” του λέω…
“Χάρηκα, Εμιλυ” και γελάσαμε πολύ!
Έφυγα και πήγα σπίτι μου, ακριβώς στη διπλανή πόρτα. Ο Αντρέας άκουσε τη φασαρία και σηκώθηκε.
Μωρό μου παραλίγο να έρθω σπίτι χωρίς να “ενδώσω” αλλά δεν τα κατάφερα, του είπα χαμογελώντας. Θα σου τα πω όλα αύριο… και του έδωσα ένα φιλάκι. Νομίζω εκείνη τη νύχτα δεν θα την ξεχάσω ποτέ.
Πηγή: https://nataleme.gr | Tο διαβάσαμε εδώ
loading...
Δημοσίευση σχολίου
Δεν διμοσιεύονται σχόλια υβριστικού περιεχομένου. Την αποκλειστική ευθύνη για τα σχόλια την έχουν οι σχολιαστές.