ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕΙΤΕ ΣΤΟ BLOG ΜΑΣ ΑΠΟ 10 € ΤΟ ΜΗΝΑ ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΑΣ EMAIL ΣΤΟ frapedoypoli@windowslive.com

0
Το φαινόμενο της πολυιδιοκτησίας ανθεί και πάλι στην Ευρώπη, έρχεται ξανά στην μόδα και ενδεχομένως αποτελεί τον λόγο που ο Βαγγέλης Μαρινάκης «ψάχνεται» να επεκτείνει τις ποδοσφαιρικές του δραστηριότητες σε Νότιγχαμ και Βοϊβοντίνα ή OFK Μπέογκραντ.

Τι είναι ο πλανήτης μας; Ένα μικρό… χωριό. Η παγκοσμιοποίηση κατήργησε τα σύνορα. Ο νόμος Μποσμάν, η συνθήκη του Κοτονού καταργούν και επίσημα τους εθνικούς περιορισμούς σε ότι αφορά τα εργασιακά δικαιώματα. Ζάπλουτοι επιχειρηματίες από κάθε γωνιά του πλανήτη εισβάλλουν και αποκτούν στην συλλογή τους ποδοσφαιρικές ομάδες σε όλη την Ευρώπη. Σιγά - σιγά επανέρχεται στην μόδα ένα ξεχασμένο μοντέλο, αυτό της πολυιδιοκτησίας (Multi-club ownership).
Δορυφορικά δίκτυα ομάδων που να ανήκουν στον ίδιο ιδιοκτήτη, που μπορεί να είναι είτε φυσικό πρόσωπο είναι μία εταιρία. Αυτό το μοντέλο, πιθανώς και να κρύβεται πίσω από την έντονη δραστηριότητα του ιδιοκτήτη του Ολυμπιακού Βαγγέλη Μαρινάκη να αναμειχθεί ενεργά τόσο με την Νότιγχαμ, όσο και την σερβική Βοϊβοντίνα και την OFK Μπέογκραντ, όπως αναφέρουν πια πλήθος δημοσιευμάτων σε Αγγλία και Σερβία. Αλήθεια, τι επιπτώσεις είχε αυτό το μοντέλο στην ενεργή πρακτική του; Το SDNA ερευνά…

ΕNIC η πρώτη διδάξασα

Το πρώτο δίκτυο «δορυφορικών» ομάδων άπλωσε τα πλοκάμια του και στην Ελλάδα. Στα μέσα της δεκαετίας του 90’ το επιχειρηματικό fund της ENIC εισβάλλει στον χώρο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου και αποκτά διάφορα ποσοστά μετοχών από διάφορες ευρωπαϊκές ομάδες. Παίρνει το 29,9% της Τότεναμ, το 25,1% της Ρέιντζερς, το 96,7% της Σλάβια Πράγας, το 99,9% της Βιτσέντζα, το 50% της Βασιλείας και το 47% της ΑΕΚ. Το ενδιαφέρον της δεν έχει να κάνει τόσο με το αθλητικό, όσο με το χρηματιστηριακό κομμάτι.

Είναι η εποχή που οι ποδοσφαιρικές ομάδες αρχίζουν να εισάγονται μαζικά στο χρηματιστήριο και η ENIC... μυρίζεται πως με τον τρόπο αυτό μπορεί να κάνει πολύ σύντομα απόσβεση και να βγάλει κέρδος, πουλώντας εν συνεχεία τα μερίδια της. Ωστόσο, η ταυτόχρονη έξοδος της ΑΕΚ και της Σλάβια Πράγας στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ της σεζόν 1997-98 χτυπά το καμπανάκι συναγερμού στην ΟΥΕΦΑ, που τρέμει στο ενδεχόμενο «προκαθορισμένων» αποτελεσμάτων από ομάδες με κοινό ιδιοκτησιακό καθεστώς στην ίδια διοργ΄σνωση και με ντιρεκτίβα της αναγκάζει εταιρίες που έχουν στην κατοχή τους πολλές ομάδες, να επιλέγουν μόνο μία σε κάθε ευρωπαϊκή διοργάνωση.

Το αυστηρό ύφος της ΟΥΕΦΑ, τρομάζει την ENIC που σταδιακά «απαλλάσσεται» από όλες τις ομάδες και μέχρι σήμερα διατηρεί το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της Τότεναμ, την οποία σταδιακά «μεγάλωσε» ως κλαμπ.

Το μαγικό άγγιγμα της οικογένειας Πότσο!

Είναι το απόλυτο success story. Η ιστορία μιας μεγαλοαστής (όχι ιδιαίτερα πλούσιας) οικογένειας, που μέσω του ποδοσφαίρου πλούτισε και αναφέρεται παντού ως πρότυπο πονηριάς, καπατσοσύνης, γνώσης της ποδοσφαιρικής αγοράς. Όταν το 1986 ο Τζιαμπάολο Πότσο αγόρασε την Ουντινέζε, που εδρεύει σε μία μικρή ιταλική κωμόπολη 100.000 ψυχών, δεν φανταζόταν ότι αυτή η κίνηση θα άλλαζε όχι μόνο την δική του ζωή, αλλά και των παιδιών του. 

Το ξεκίνημα ήταν… άθλιο. Εμπλοκή της ομάδας σε σκάνδαλο στημένων παιχνιδιών, ποινές αφαίρεσης βαθμών, υποβιβασμός. Τα πάντα άλλαξαν εν έτει 1993 όταν ο υιός Τζίνο πήρε τα ηνία. Εκείνος κατάλαβε ότι με τα λιγοστά φράγκα της φαμίλιας δεν μπορεί να συναγωνιστεί κανέναν. Αποφάσισε λοιπόν να γίνει «παραγωγός». Να στήσει ένα προηγμένο δίκτυο scouting και να κάνει την Ουντινέζε ενδιάμεσο προορισμό ταλέντων που έψαχναν την μετάβαση στο επόμενο επίπεδο.

Την τελευταία δεκαετία η Ουντινέζε εισέπραξε κοντά στα 200 εκατομμύρια από πωλήσεις παικτών που της στοίχισαν το 1/10, βγήκε στην Ευρώπη στις 6 από τις 10 αυτές σεζόν, σουλούπωσε το γήπεδο της και έχτισε ένα brand-name με ξεκάθαρη ταυτότητα!

Η επέκταση ήρθε το 2009, όταν η οικογένεια αγόρασε την Γρανάδα που φυτωζωούσε στην τρίτη κατηγορία της Ισπανίας και με ενέσεις παικτών (κυρίως από Λατινική Αμερική) που περίσσευαν από την Ουντινέζε την ανέβασε μέσα σε τρία χρόνια στην Primera Division, όπου μένει μέχρι σήμερα, με μερικές εκπληκτικές πωλήσεις όπως αυτές των Μουρίγιο (Ίντερ), Μπραχίμι (Πόρτο), Σικέιρα (Ατλέτικο Μαδρίτης). 

Ωστόσο, το μεγάλο κόλπο ήταν η Γουότφορντ. Την αγόρασαν μόλις για 12 εκατομμύρια λίρες το 2012, την γέμισαν με 17 παίκτες από τις δύο άλλες ομάδες που είχαν στην κατοχή τους και μέσα σε τρία χρόνια την ανέβασαν στην Premier League, κάτι που μεταφράστηκε σε μυθικά λεφτά. Πλέον οι ισορροπίες άλλαξαν. Η Γουότφορντ είναι η κότα που κάνει τα χρυσά αυγά, η Ουντινέζε σε δεύτερο ρόλο και η Γρανάδα ακολουθεί. Όλες τους όμως είναι κερδοφόρες (χρυσοφόρες για την ακρίβεια) επιχειρήσεις…

«Φύγε μας καταστρέφεις»!

Η περιουσία του αγγίζει το 1 δις ευρώ και έκανε τα λεφτά του επενδύοντας στον τομέα των ηλεκτρονικών τσιπ, όταν αυτά ήταν παντελώς άγνωστα στο Βέλγιο. Αρέσκεται να επενδύει σε αχαρτογράφητα ύδατα, ίδρυσε δικό του πολιτικό κόμμα και εδώ και μερικά χρόνια εξασκεί ένα ιδιαίτερο χόμπι με ιδιαίτερη… αποτυχία. Την αγορά ομάδων σε κάθε γωνιά της Ευρώπης!

Ο Ρολάν Ντισατελέ, ωστόσο, έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει κυνηγηθεί από τους οπαδούς δύο διαφορετικών ομάδων σε δύο διαφορετικές χώρες! Το Ιούνιο 2011 αγοράζει εν πλήρη ακμή την ομάδα της γενέτειρας του (Σταντάρ Λιέγης), όμως συνδέει το όνομα του με μαζικές πωλήσεις παικτών (Βιτσέλ, Ντεφούρ, Μανγκαλά, Μπεντέκε, Μπατσουαγί, Εζέκιελ) και απότομη πτώση της ανταγωνιστικότητάς της. Μετά από αλλεπάλληλα συλλαλητήρια, «ντου» εντός κι εκτός γηπέδου και μαζικές διαδηλώσεις των οπαδών, ο Ντισατελέ αναγκάζεται να πουλήσει κακήν κακώς το περασμένο καλοκαίρι.

Τον Ιανουάριο του 2014 απλώνεται στην Αγγλία, αφού αγοράζει την Τσάρλτον που τότε παίζει στην Championship. Εκεί τα κάνει κυριολεκτικά θάλασσα. Φέρνει προπονητές και παίκτες της σειράς (οι περισσότεροι από το Βέλγιο), πουλάει τα πιο ακριβά περιουσιακά της στοιχεία (Κερμογκράν, Γκόμες) και φέτος «κατάφερε» να την υποβιβάσει στην Division 1, με τους οπαδούς της να κάνουν μαζικές διαδηλώσεις σε κάθε ματς, σαμποτάροντας τα εντός έδρας παιχνίδια στο «Βάλεϊ» στην προσπάθεια τους να τον εκδιώξουν.

Ωστόσο, η ενασχόληση του με το ποδόσφαιρο δεν σταματάει εκεί. Στο portfolio του ανήκουν ακόμα ομάδες από την Ουγγαρία (Ούιπεστ), την Ισπανία (Αλκορκόν), την Γερμανία (Καρλ Τσάις Ιένα) και το Βέλγιο (Σιντ Τρούιντεν), οι οποίες όλες κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.

Τα «εταιρικά» μοντέλα

Ο ποδοσφαιρικός επεκτατισμός του αραβικού κόσμου εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο στο πρόσωπο του Σεΐχη Μανσούρ μπιν Ζαγέντ Αλ Ναγιάν, ο οποίος μέσω της εταιρίας City Football Group αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της Μάντσεστερ Σίτι, η οποία ήταν απλώς ο πολιορκητικός της κριός. Ουδείς μπορεί να αρνηθεί τις τεράστιες επενδύσεις σε ένα πρότυπο προπονητικό κέντρο που κόστισε 200 εκατομμύρια ευρώ, τις εκπληκτικές μεταγραφές, αλλά το αληθινό σχέδιο ήταν άλλο. Ένα παγκόσμιο ποδοσφαιρικό δίκτυο στις μεγαλύτερες αγορές του πλανήτη.

Σήμερα, η Μάντσεστερ Σίτι μέσω της City Football Group έχει ποδοσφαιρικά «αδερφάκια» σε Νέα Υόρκη (New York F.C.), Ιαπωνία (Γιοκοχάμα Μαρίνος), Αυστραλία (Μελβούρνη F.C.), στο απόλυτο παράδειγμα επιχειρηματικού επεκτατισμού μέσω του ποδοσφαίρου.

Παρόμοια ήταν και η προσπάθεια της Red Bull. Η εμπορική διείσδυση για το γνωστό ενεργειακό ποτό ακόμα μεγαλύτερη μέσω του ποδοσφαίρου μέσω της εξαγοράς (και μετονομασίας) της Σάλτσμπουργκ που έκτοτε μετρά 7 πρωταθλήματα σε 10 χρόνια, την οποία ακολούθησαν η ομάδα της Νέας Υόρκης (όπου έπαιξε ο Τιερί Ανρί), αλλά και αυτή της Λειψίας που από την επόμενη σεζόν θα αγωνίζεται στην Μπουντεσλίγκα, έχοντας 4 ανόδους σε 7 χρόνια!

Οι συγκεκριμένες ομάδες μεγάλωσαν, απέκτησαν εκπληκτικά γήπεδα, μα οι αντιρρήσεις δεν έλειψαν. Το ρομαντικό κομμάτι της Σάλτσμπουργκ, αποσχίστηκε, ίδρυσε την δική του ομάδα, που από το ερασιτεχνικό έφτασε να παίζει στο δεύτερο τη τάξει πρωτάθλημα της Αυστρίας, διατηρώντας ανόθευτο το αυθεντικό συναίσθημα της αρχικής ομάδας.

Το… χαρτόμουτρο!

Είδε για πρώτη φορά την Μπρέντφορντ σε ηλικία 11 ετών, την ερωτεύτηκε, δεν σταμάτησε να την ακολουθεί και μετά από 32 χρόνια κατάφερε να γίνει ο «μυστηριώδης» επενδυτής που την αγόρασε και την έσωσε από την καταστροφή!

Ο Μάθιου Μπένχαμ, ένας αριθμολάγνος τζογαδόρος, ο οποίος έκανε την περιουσία του, μέσω του στοιχήματος και το πόκερ αγόρασε το 2012 την ομάδα της καρδιάς του, έκτοτε έριξε σε αυτή περίπου 90 εκατομμύρια λίρες, την ανέβασε στην Championship και τις τελευταίες δύο σεζόν χάνει στο τσακ την άνοδο στην Premier League, επιλέγοντας παίκτες και τεχνικό επιτελείο με γνώμονα τις διδαχές από την περίφημη ταινία Moneyball με τον Μπραντ Πιτ!

Ακριβώς με αυτό τον τρόπο πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα Δανίας με την Μίντιλαντ (2015) την οποία αγόρασε το καλοκαίρι του 2014 και την οδήγησε φέτος σε σημαντική πορεία στο φετινό Europa League, με προσεκτικές παίκτες (Σβιατσένκο, Κάντλετς, Σπαρβ, Πιόνε Σίστο) που πλέον ενδιαφέρουν όλη την καλή ποδοσφαιρική κοινωνία της Ευρώπης!

Άλλαξε μέχρι και τα χρώματα!

Κανείς δεν αμφιβάλει για τα φράγκα που ο Μαλαίσιος επιχειρηματίας Βίνσεντ Ταν έχει δώσει από τον Μάιο του 2010 στην Κάρντιφ. Κάλυψε τα χρέη των 30 εκατομμυρίων λιρών και συνολικά υπολογίζεται ότι έχει «επενδύσει» κοντά στα 140 εκατομμύρια λίρες.

Ωστόσο, η θητεία του έχει χαρακτηριστεί από την απόλυτη κόντρα με το παραδοσιακό κομμάτι της ομάδας. Δεν φοβήθηκε να αλλάξει τα χρώματα του συλλόγου από μπλε σε κόκκινο (!), να αλλάξει το λόγκο (τα μπλε πουλιά έγινε ένας κόκκινος δράκος!), να απολύσει τον απόλυτα αγαπητό μάνατζερ Μπίλι Μακέι και να υποβιβαστεί πέρυσι από την Premier League.

Το πέρασμα του από την βοσνιακή Σαράγεβο (από τον Δεκέμβριο του 2013) έχει ταυτιστεί με τις πιο ένδοξες στιγμές της πρόσφατης ιστορίας του συλλόγου (πρωτάθλημα μετά από 10 χρόνια), αλλά και με αρκετές φιλανθρωπικές δωρεές σε νοσοκομεία και ιδρύματα της πόλης, που τον έχουν κάνει ιδιαίτερα αγαπητό στην πόλη, ενώ από πέρυσι τον Μάιο αγόρασε έναντι 5 εκατομμυρίων ευρώ την βελγική Κορτράικ, όπου βρήκαν φέτος στέγη οι Μιχάλης Σηφάκης, Σάκης Παπάζογλου και Μάικλ Ολαϊτάν.

Γιατί πολυιδιοκτησία;

Μετά από τόσες διδακτικές (ή μη) ιστορίες, η ερώτηση παραμένει. Γιατί πολυιδιοκτησία; Τι έχουν να κερδίσουν οι επενδυτές, μοιράζοντας τις ποδοσφαιρικές τους δραστηριότητες σε διαφορετικές χώρες; Η απάντηση είναι απλή. Χρήματα!

Οι ομάδες που επιλέγουν οι πολυιδιοκτήτες έχουν πάντα κοινά χαρακτηριστικά: οικονομικά προβλήματα, χρέη, απελπισία, εύπλαστη οπαδική βάση που τους βλέπει ως σωτήρες. 

Όλοι τους επιλέγουν να... τρέχουν τις ομάδες σε ένα «δορυφορικό» σύστημα, με τις ανταλλαγές παικτών να είναι αναρίθμητες. Τα κέρδη είναι προφανή. Αν έχεις να μοιράσεις 100 παίκτες σε τρεις διαφορετικές ομάδες (αλλά και διαφορετικές χώρες, άρα και αγορές), έχεις μεγαλύτερες πιθανότητες να βρεις τουλάχιστον 4-5 που μπορούν μέσω υπεραξίας να πωληθούν πολύ ακριβά. 

Οι δανεισμοί για «ψήσιμο» μπορούν να βελτιώσουν παίκτες και να εκτινάξουν την αξία τους. Δεν ταιριάζουν όλοι οι παίκτες στο ίδιο στιλ πρωταθλήματος ή χώρας, κάποιος παίκτης που μπορεί να περισσεύει κάπου, μπορεί να κάνει την διαφορά κάπου αλλού.

Οι αυξημένες ανάγκες στο scouting για να γεμίσουν τα ρόστερ 3-4 ομάδων, μπορούν να πολλαπλασιάσουν τα ευρήματα και τα λαβράκια και να μεγαλώσουν την δεξαμενή παικτών, από την οποία μπορεί να δημιουργηθεί υπεραξία.

Διαφορετικές εμπορικές συμφωνίες «πακέτο» μπορείς να πετύχεις αν έχεις στην κατοχή σου μία ομάδα από την Ελλάδα, μία από την Αγγλία και μία από την Σερβία, παρά μόνο μία από την υποβαθμισμένη ποδοσφαιρικά Ελλάδα. 

Στην συγκεκριμένη περίπτωση η Βοϊβοντίνα (ή η OFK Μπέογκραντ) μπορεί να σταθεί ως δεξαμενή ακατέργαστου ταλέντου, ως ακαδημία, ο Ολυμπιακός ως ο ενδιάμεσος σταθμός που με την παρουσία του στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, την τεχνογνωσία και το brand-name του μπορεί να γίνει βιτρίνα και η Νότιγχαμ ως η κορυφή της πυραμίδας, ειδικά σε περίπτωση που καταφέρει να εξασφαλίσει την άνοδο της στην Premier League.

Σκεφτείτε μόνο τούτο: Η Μίντλεσμπρο που ανέβηκε πριν από μερικές ημέρες στα σαλόνια της Premier League υπολογίζει προσδοκώμενα έσοδα 170 εκατομμύρια λίρες, όσα ο Ολυμπιακός για παράδειγμα δεν έβγαλε συνολικά από τα πριμ της ΟΥΕΦΑ σε όλη την θητεία του Βαγγέλη Μαρινάκη στο τιμόνι των ερυθρόλευκων!

Για να μην αναφέρουμε τα παράπλευρα επιχειρηματικά οφέλη από μία τέτοια ποδοσφαιρική επέκταση, που δεν μπορούν να υπολογιστούν. Το επιχειρηματικό ρίσκο μοιάζει να είναι μικρό. Ακόμα κι αν δεν πετύχει το πείραμα με την Νότιγχαμ (πάντα σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία) μία αγγλική ομάδα με τέτοιο brand-name σπάνια χάνει την αξία της. 

Εν κατακλείδει, η πολυιδιοκτησία δείχνει να είναι η τελευταία λέξη της μόδας στην ποδοσφαιρική Ευρώπη. Ειδικά, αν στηριχθεί με τεχνογνωσία, έξυπνα deals και μία μεγάλη δεξαμενή παικτών. Όπως δείχνει η ιστορία, επειχηρηματικά ουδείς πολυιδιοκτήτης έχασε...

Πηγή: sdna.gr
loading...

Δημοσίευση σχολίου

Δεν διμοσιεύονται σχόλια υβριστικού περιεχομένου. Την αποκλειστική ευθύνη για τα σχόλια την έχουν οι σχολιαστές.

 
Top