Reparationen? Nein και πάλι nein!». Αυτή είναι η κοφτή γερμανική απάντηση σε κάθε αίτημα...
για πολεμικές αποζημιώσεις στην Ελλάδα, στη Ρωσία και σε όποιον άλλον θέσει ζήτημα χρηματικής επανόρθωσης για τις απέραντες καταστροφές που άφησαν πίσω τους οι ναζί στον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ τα 162 δισ. ευρώ για τα οποία μιλάει η Αθήνα είναι ψίχουλα μπροστά στα 3-4 τρισ. ευρώ στα οποία υπολογίζουν Ρώσοι βουλευτές τις αξιώσεις της χώρας για όσα υπέστη στον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο».
Με πρωτοβουλία ενός μικρού εθνικιστικού κόμματος, η ρωσική Βουλή αποφάσισε τη σύσταση ομάδας εργασίας για τη διεκδίκηση, διότι «στην πράξη, η Γερμανία δεν κατέβαλε τίποτε στην ΕΣΣΔ για το κύμα καταστροφής και βαρβαρότητας που μας προκάλεσε».
Μέλος της επιτροπής εξήγησε ότι «αν η Γερμανία πλήρωσε 60 δισ. ευρώ σε αποζημιώσεις για τα 6 εκατομμύρια Εβραίους που εξοντώθηκαν στο Ολοκαύτωμα, ελάτε να υπολογίσουμε πόσα χρωστάει για τα 27 εκατομμύρια Σοβιετικούς που σκοτώθηκαν, εκ των οποίων τα 16 εκατομμύρια ήταν άμαχοι πολίτες».
Σχεδόν όλες οι δυτικές εφημερίδες, ακόμη και η ρωσική «Ιζβέστια», εκτιμούν ότι αυτές οι διεκδικήσεις έχουν σχέση και με την τρέχουσα επικαιρότητα.
Γράφουν ότι η χρεοκοπημένη Ελλάδα τις βάζει στο τραπέζι εν όψει της μεγάλης διαπραγμάτευσης για το χρέος της και η Ρωσία ως ευθεία αντίδραση στις οικονομικές κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) λόγω Ουκρανίας.
Ακόμη και έτσι, η Γερμανία έχει λόγους να φοβάται. Αν πιο βιομηχανοποιημένες πρώην κατεχόμενες χώρες όπως η Γαλλία ή η Ολλανδία απαιτούσαν επισήμως πολεμικές αποζημιώσεις, αυτά τα χρέη θα μπορούσαν να φθάσουν σε 2 τρισ. ευρώ, περί το 70%-80% του γερμανικού ΑΕΠ – θεωρητικώς αρκετά για να χρεοκοπήσει η Γερμανία όχι μία αλλά πολλές φορές.
Εξ ου και η απάντηση του Βερολίνου είναι απολύτως αρνητική και στερεότυπη. Τονίζει ότι τα ζητήματα αυτά έχουν διευθετηθεί οριστικά με διμερείς συνθήκες τη δεκαετία 1950-1960 και με τη λεγόμενη συμφωνία «2+4» του 1990. Αυτή υπογράφηκε από τις δύο Γερμανίες, Ανατολική και Δυτική, και τους τέσσερις πρώην Συμμάχους (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανία, Γαλλία) όταν επανενώθηκε η Γερμανία. Την ενέκριναν όλες οι τότε χώρες του ΟΑΣΕ – μεταξύ τους και η Ελλάδα – και δεν περιέχει ούτε λέξη για αποζημιώσεις.
Die Linke: «Ηθική υποχρέωση να αποπληρώσουμε την Ελλάδα»
Αλλά ιστορικοί, σύλλογοι αντιστασιακών και πολιτικοί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν συμφωνούν ότι το θέμα έχει κλείσει.
«Στη Συμφωνία 2+4 δεν αναφέρεται τίποτε για το κατοχικό δάνειο του 1942-1944» (σ.σ.: 476 εκατ. προπολεμικών μάρκων, που υπολογίζονται σε τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ σε σημερινές τιμές), λέει μιλώντας στο «Βήμα» η Γερμανίδα ευρωβουλευτής Γκάμπι Τσίμερ, ηγετικό στέλεχος του αριστερού κόμματος Die Linke.
«Κατά τη γνώμη μου, η Γερμανία έχει ηθική υποχρέωση να το αποπληρώσει ώστε να χτίσει μια πραγματική σχέση αμοιβαίου σεβασμού με την Ελλάδα. Η γερμανική κυβέρνηση δεν πρέπει να συνεχίσει να υποκρίνεται ότι το θέμα έχει λυθεί. Επιπλέον, το ανοιχτό ζήτημα των αποζημιώσεων υπάρχει ανεξάρτητα από την τρέχουσα συγκυρία του κρατικού χρέους της Ελλάδας. Το ένα δεν πρέπει να συνδέεται με το άλλο» τονίζει.
«Είναι το κατοχικό δάνειο μέρος του ζητήματος των επανορθώσεων; Μάλλον ναι. Διότι έτσι αναφέρει το άρθρο 5 της Συμφωνίας του Λονδίνου (1953) για το γερμανικό χρέος» μας λέει ο Αλμπρεχτ Ριτσλ, Γερμανός καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στη London School of Economics.
«Αλλά είναι εξίσου σαφές ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί να ανοίξει ξανά συζήτηση για αποζημιώσεις. Αν το κάνει, θα δημιουργήσει νομικό προηγούμενο για άλλες χώρες, με τρομακτικές επιπτώσεις για την οικονομία της» εκτιμά ο συνομιλητής μας.
Χάγκεν Φλάισερ: «Το κατοχικό δάνειο το είχε αναγνωρίσει επίσημα το ναζιστικό καθεστώς»
«Καλύτερη ελπίδα της Ελλάδας είναι η διεκδίκηση της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου, διότι δεν υπάρχει κάτι ανάλογο σε άλλα κράτη, και δεν πρόκειται να θέσει νομικό προηγούμενο» λέει στο «Βήμα» ο Χάγκεν Φλάισερ, ομότιμος καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Και προσθέτει:
«Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναζητήσει συμμαχίες και να εξηγήσει γιατί υπάρχει δίκιο σε αυτό το αίτημα. Σημαντικό επιχείρημα είναι επίσης ότι αυτό το δάνειο το είχε ήδη αναγνωρίσει επίσημα το ναζιστικό καθεστώς».
Οπως έγραψε ο κ. Φλάισερ σε πρόσφατο άρθρο του στον βρετανικό «Guardian», «είναι σημαντικό να γίνει διάκριση μεταξύ των αποζημιώσεων για πολεμικά εγκλήματα και της εξόφλησης των μηνιαίων δανείων που υποχρεώθηκε να πληρώνει η ελληνική κατοχική κυβέρνηση για το κόστος συντήρησης του γερμανικού στρατού στην Ελλάδα και της στρατιωτικής δραστηριότητας στη Μεσόγειο, ακόμη και για μεταφορά τροφίμων από τη λιμοκτονούσα Ελλάδα στο στράτευμα Afrika Korps του Ρόμελ.
Αντίθετα από το ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένο θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, αυτό το χρέος δεν επιβαρύνεται τόσο από ηθικολογικές παραμέτρους. Το κατοχικό δάνειο θα μπορούσε – και θα έπρεπε – να γίνει βάση για συνομιλίες με στόχο τη δημιουργία ενός «ταμείου μέλλοντος», ενός ιδρύματος εκατέρωθεν αφιερωμένου στην αποκατάσταση μιας «μοιραζόμενης» Ιστορίας και στη χρηματοδότηση ενός προγράμματος υποδομών με συμβολική σημασία».
Αυτό βεβαίως θα απαιτούσε μεγάλη μεταστροφή στη νοοτροπία της γερμανικής πλευράς. «Εως τότε συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε μια παράλογη κατάσταση, όπου οι δημοκρατικά εκλεγμένες μεταπολεμικές γερμανικές κυβερνήσεις αρνούνται το συγκεκριμένο χρέος, το οποίο είχε αναγνωριστεί επίσημα ακόμη και από το Γ” Ράιχ» καταλήγει ο καθηγητής Φλάισερ.
Αναζητώντας δικαίωση
ΠΟΛΩΝΙΑ – Πρώτα μίλησε, μετά σιώπησε
Ζήτημα πολεμικών αποζημιώσεων έθεσε η Βουλή της Πολωνίας τον Σεπτέμβριο του 2004, κρίνοντας ότι «η χώρα δεν έχει λάβει επαρκή οικονομική επανόρθωση για καταστροφές και απώλειες από τη γερμανική επιθετικότητα, κατοχή και γενοκτονία». Λίγο αργότερα η κυβέρνηση της Πολωνίας, η οποία μόλις είχε ενταχθεί στην ΕΕ, διαβεβαίωσε το Βερολίνο ότι δεν θα υποβάλει επισήμως το αίτημα.
ΙΤΑΛΙΑ – Αστική ασυλία των ηττημένων
Το 2008 η Ιταλία προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης με αίτημα επιπλέον χρηματικές αποζημιώσεις από τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Δικαστήριο αρνήθηκε, παίρνοντας το μέρος της Γερμανίας, με το σκεπτικό ότι η ιταλική διεκδίκηση «παραβιάζει την εθνική κυριαρχία της Γερμανίας». Είναι η λεγόμενη αστική ασυλία ηττημένων κρατών που έχουν υπογράψει Συνθήκη Ειρήνης.
ΙΣΡΑΗΛ – Ελαβε 60 δισ. ευρώ ως το 2008
Εξαίρεση στον κανόνα είναι βεβαίως, και δικαίως, το Ισραήλ. Η Συμφωνία του Λουξεμβούργου (1952) είναι η μοναδική περίπτωση στην Ιστορία όπου έλαβε πολεμικές αποζημιώσεις ένα κράτος το οποίο δεν υπήρχε στον πόλεμο για τον οποίο δόθηκε η επανόρθωση. Ως το 2008 η Γερμανία είχε πληρώσει 60 δισ. ευρώ στο εβραϊκό κράτος για θύματα του Ολοκαυτώματος.
Διμερείς συμφωνίες με τη Δυτική Γερμανία
Μεταξύ 1959-1964 υπογράφηκαν διμερείς συμφωνίες ανάμεσα στη Δυτική Γερμανία και ζημιωθέντα κράτη της Ευρώπης, τα οποία επιφυλάσσονταν όμως για καταβολές αποζημιώσεων μετά την επανένωση της Γερμανίας. Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, η Ελλάδα έλαβε 115 εκατ. μάρκα εκείνης της εποχής, η Γαλλία 400 εκατ., η Ολλανδία 125 εκατ. και η Βρετανία 11 εκατ. μάρκα.
για πολεμικές αποζημιώσεις στην Ελλάδα, στη Ρωσία και σε όποιον άλλον θέσει ζήτημα χρηματικής επανόρθωσης για τις απέραντες καταστροφές που άφησαν πίσω τους οι ναζί στον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ τα 162 δισ. ευρώ για τα οποία μιλάει η Αθήνα είναι ψίχουλα μπροστά στα 3-4 τρισ. ευρώ στα οποία υπολογίζουν Ρώσοι βουλευτές τις αξιώσεις της χώρας για όσα υπέστη στον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο».
Με πρωτοβουλία ενός μικρού εθνικιστικού κόμματος, η ρωσική Βουλή αποφάσισε τη σύσταση ομάδας εργασίας για τη διεκδίκηση, διότι «στην πράξη, η Γερμανία δεν κατέβαλε τίποτε στην ΕΣΣΔ για το κύμα καταστροφής και βαρβαρότητας που μας προκάλεσε».
Μέλος της επιτροπής εξήγησε ότι «αν η Γερμανία πλήρωσε 60 δισ. ευρώ σε αποζημιώσεις για τα 6 εκατομμύρια Εβραίους που εξοντώθηκαν στο Ολοκαύτωμα, ελάτε να υπολογίσουμε πόσα χρωστάει για τα 27 εκατομμύρια Σοβιετικούς που σκοτώθηκαν, εκ των οποίων τα 16 εκατομμύρια ήταν άμαχοι πολίτες».
Σχεδόν όλες οι δυτικές εφημερίδες, ακόμη και η ρωσική «Ιζβέστια», εκτιμούν ότι αυτές οι διεκδικήσεις έχουν σχέση και με την τρέχουσα επικαιρότητα.
Γράφουν ότι η χρεοκοπημένη Ελλάδα τις βάζει στο τραπέζι εν όψει της μεγάλης διαπραγμάτευσης για το χρέος της και η Ρωσία ως ευθεία αντίδραση στις οικονομικές κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) λόγω Ουκρανίας.
Ακόμη και έτσι, η Γερμανία έχει λόγους να φοβάται. Αν πιο βιομηχανοποιημένες πρώην κατεχόμενες χώρες όπως η Γαλλία ή η Ολλανδία απαιτούσαν επισήμως πολεμικές αποζημιώσεις, αυτά τα χρέη θα μπορούσαν να φθάσουν σε 2 τρισ. ευρώ, περί το 70%-80% του γερμανικού ΑΕΠ – θεωρητικώς αρκετά για να χρεοκοπήσει η Γερμανία όχι μία αλλά πολλές φορές.
Εξ ου και η απάντηση του Βερολίνου είναι απολύτως αρνητική και στερεότυπη. Τονίζει ότι τα ζητήματα αυτά έχουν διευθετηθεί οριστικά με διμερείς συνθήκες τη δεκαετία 1950-1960 και με τη λεγόμενη συμφωνία «2+4» του 1990. Αυτή υπογράφηκε από τις δύο Γερμανίες, Ανατολική και Δυτική, και τους τέσσερις πρώην Συμμάχους (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανία, Γαλλία) όταν επανενώθηκε η Γερμανία. Την ενέκριναν όλες οι τότε χώρες του ΟΑΣΕ – μεταξύ τους και η Ελλάδα – και δεν περιέχει ούτε λέξη για αποζημιώσεις.
Die Linke: «Ηθική υποχρέωση να αποπληρώσουμε την Ελλάδα»
Αλλά ιστορικοί, σύλλογοι αντιστασιακών και πολιτικοί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν συμφωνούν ότι το θέμα έχει κλείσει.
«Στη Συμφωνία 2+4 δεν αναφέρεται τίποτε για το κατοχικό δάνειο του 1942-1944» (σ.σ.: 476 εκατ. προπολεμικών μάρκων, που υπολογίζονται σε τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ σε σημερινές τιμές), λέει μιλώντας στο «Βήμα» η Γερμανίδα ευρωβουλευτής Γκάμπι Τσίμερ, ηγετικό στέλεχος του αριστερού κόμματος Die Linke.
«Κατά τη γνώμη μου, η Γερμανία έχει ηθική υποχρέωση να το αποπληρώσει ώστε να χτίσει μια πραγματική σχέση αμοιβαίου σεβασμού με την Ελλάδα. Η γερμανική κυβέρνηση δεν πρέπει να συνεχίσει να υποκρίνεται ότι το θέμα έχει λυθεί. Επιπλέον, το ανοιχτό ζήτημα των αποζημιώσεων υπάρχει ανεξάρτητα από την τρέχουσα συγκυρία του κρατικού χρέους της Ελλάδας. Το ένα δεν πρέπει να συνδέεται με το άλλο» τονίζει.
«Είναι το κατοχικό δάνειο μέρος του ζητήματος των επανορθώσεων; Μάλλον ναι. Διότι έτσι αναφέρει το άρθρο 5 της Συμφωνίας του Λονδίνου (1953) για το γερμανικό χρέος» μας λέει ο Αλμπρεχτ Ριτσλ, Γερμανός καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στη London School of Economics.
«Αλλά είναι εξίσου σαφές ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί να ανοίξει ξανά συζήτηση για αποζημιώσεις. Αν το κάνει, θα δημιουργήσει νομικό προηγούμενο για άλλες χώρες, με τρομακτικές επιπτώσεις για την οικονομία της» εκτιμά ο συνομιλητής μας.
Χάγκεν Φλάισερ: «Το κατοχικό δάνειο το είχε αναγνωρίσει επίσημα το ναζιστικό καθεστώς»
«Καλύτερη ελπίδα της Ελλάδας είναι η διεκδίκηση της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου, διότι δεν υπάρχει κάτι ανάλογο σε άλλα κράτη, και δεν πρόκειται να θέσει νομικό προηγούμενο» λέει στο «Βήμα» ο Χάγκεν Φλάισερ, ομότιμος καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Και προσθέτει:
«Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναζητήσει συμμαχίες και να εξηγήσει γιατί υπάρχει δίκιο σε αυτό το αίτημα. Σημαντικό επιχείρημα είναι επίσης ότι αυτό το δάνειο το είχε ήδη αναγνωρίσει επίσημα το ναζιστικό καθεστώς».
Οπως έγραψε ο κ. Φλάισερ σε πρόσφατο άρθρο του στον βρετανικό «Guardian», «είναι σημαντικό να γίνει διάκριση μεταξύ των αποζημιώσεων για πολεμικά εγκλήματα και της εξόφλησης των μηνιαίων δανείων που υποχρεώθηκε να πληρώνει η ελληνική κατοχική κυβέρνηση για το κόστος συντήρησης του γερμανικού στρατού στην Ελλάδα και της στρατιωτικής δραστηριότητας στη Μεσόγειο, ακόμη και για μεταφορά τροφίμων από τη λιμοκτονούσα Ελλάδα στο στράτευμα Afrika Korps του Ρόμελ.
Αντίθετα από το ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένο θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, αυτό το χρέος δεν επιβαρύνεται τόσο από ηθικολογικές παραμέτρους. Το κατοχικό δάνειο θα μπορούσε – και θα έπρεπε – να γίνει βάση για συνομιλίες με στόχο τη δημιουργία ενός «ταμείου μέλλοντος», ενός ιδρύματος εκατέρωθεν αφιερωμένου στην αποκατάσταση μιας «μοιραζόμενης» Ιστορίας και στη χρηματοδότηση ενός προγράμματος υποδομών με συμβολική σημασία».
Αυτό βεβαίως θα απαιτούσε μεγάλη μεταστροφή στη νοοτροπία της γερμανικής πλευράς. «Εως τότε συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε μια παράλογη κατάσταση, όπου οι δημοκρατικά εκλεγμένες μεταπολεμικές γερμανικές κυβερνήσεις αρνούνται το συγκεκριμένο χρέος, το οποίο είχε αναγνωριστεί επίσημα ακόμη και από το Γ” Ράιχ» καταλήγει ο καθηγητής Φλάισερ.
Αναζητώντας δικαίωση
ΠΟΛΩΝΙΑ – Πρώτα μίλησε, μετά σιώπησε
Ζήτημα πολεμικών αποζημιώσεων έθεσε η Βουλή της Πολωνίας τον Σεπτέμβριο του 2004, κρίνοντας ότι «η χώρα δεν έχει λάβει επαρκή οικονομική επανόρθωση για καταστροφές και απώλειες από τη γερμανική επιθετικότητα, κατοχή και γενοκτονία». Λίγο αργότερα η κυβέρνηση της Πολωνίας, η οποία μόλις είχε ενταχθεί στην ΕΕ, διαβεβαίωσε το Βερολίνο ότι δεν θα υποβάλει επισήμως το αίτημα.
ΙΤΑΛΙΑ – Αστική ασυλία των ηττημένων
Το 2008 η Ιταλία προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης με αίτημα επιπλέον χρηματικές αποζημιώσεις από τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Δικαστήριο αρνήθηκε, παίρνοντας το μέρος της Γερμανίας, με το σκεπτικό ότι η ιταλική διεκδίκηση «παραβιάζει την εθνική κυριαρχία της Γερμανίας». Είναι η λεγόμενη αστική ασυλία ηττημένων κρατών που έχουν υπογράψει Συνθήκη Ειρήνης.
ΙΣΡΑΗΛ – Ελαβε 60 δισ. ευρώ ως το 2008
Εξαίρεση στον κανόνα είναι βεβαίως, και δικαίως, το Ισραήλ. Η Συμφωνία του Λουξεμβούργου (1952) είναι η μοναδική περίπτωση στην Ιστορία όπου έλαβε πολεμικές αποζημιώσεις ένα κράτος το οποίο δεν υπήρχε στον πόλεμο για τον οποίο δόθηκε η επανόρθωση. Ως το 2008 η Γερμανία είχε πληρώσει 60 δισ. ευρώ στο εβραϊκό κράτος για θύματα του Ολοκαυτώματος.
Διμερείς συμφωνίες με τη Δυτική Γερμανία
Μεταξύ 1959-1964 υπογράφηκαν διμερείς συμφωνίες ανάμεσα στη Δυτική Γερμανία και ζημιωθέντα κράτη της Ευρώπης, τα οποία επιφυλάσσονταν όμως για καταβολές αποζημιώσεων μετά την επανένωση της Γερμανίας. Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, η Ελλάδα έλαβε 115 εκατ. μάρκα εκείνης της εποχής, η Γαλλία 400 εκατ., η Ολλανδία 125 εκατ. και η Βρετανία 11 εκατ. μάρκα.
loading...
Δημοσίευση σχολίου
Δεν διμοσιεύονται σχόλια υβριστικού περιεχομένου. Την αποκλειστική ευθύνη για τα σχόλια την έχουν οι σχολιαστές.