Δεν είναι μόνο το κινέζικο… φαγητό , δεν είναι μόνο η… COSCO, η
περιλάλητη πειραιώτικη Κινέζικη Ωκεάνια Ναυτιλιακή Εταιρεία. Είναι και η
κινέζικη ποίηση! Οι εκδόσεις "Οδός Πανός" κυκλοφόρησαν πρόσφατα μια
ανθολογία με τίτλο "45 ποιήματα κλασικής και σύγχρονης κινέζικης
ποίησης" με απόδοση στα ελληνικά από τον Παναγιώτη Θ. Μαυρίδη. Είναι
πολιτικός μηχανικός από τη Θεσσαλονίκη που ασχολείται συστηματικά με
μεταφράσεις ρώσικης και γαλλικής λογοτεχνίας, υπηρετώντας εδώ και τρεις
δεκαετίες την ποίηση.
Με το έργο αυτό υπενθυμίζουν στο ελληνικό κοινό ότι η αρχαία και αχανής αυτή χώρα δεν αποτελεί για τον νεοέλληνα μόνο γαστριμαργική πρόκληση και ελπίδα επιχειρηματικότητας, αλλά συνιστά και αρχαία κοιτίδα ποιημάτων πολύ πριν τα ομηρικά έπη.
Η εν λόγω έκδοση, όπως και άλλες προγενέστερες άλλων οίκων ("Κινέζοι ποιητές", μετάφραση Σωκράτη Λ. Σκαρτσή, εκδόσεις Καστανιώτης, 1988 - "Ολίγο φως και μακρινό", Πέτρου Α. Δήμα, Γαβριηλίδης, 1999 - "Κινέζικη ποίηση", Αμαλίας Τσακνιά, Πλέθρον, 2000 ), έρχεται να επιβεβαιώσει πως η ποιητική τέχνη καταργεί χρόνους, υπερβαίνει σύνορα, ενοποιεί αισθήματα.
Η ανάγνωση των ποιητικών αυτών κειμένων – παρ΄όλο που δεν θα τα έλεγες όλα εξαίσια- εκπλήσσουν με τον αρχαίο μοντερνισμό τους. Το παρακάτω ποίημα υπό τον τίτλο "Ο κυβερνήτης", του Λάο Τζι, γράφτηκε από τον ποιητή γεννημένο το 571 π.Χ:
"Όταν ο κυβερνήτης είναι δίκαιος ανεκτικός/ γίνεται ο λαός άδολος έντιμος αγνός/ Όταν ο κυβερνήτης είναι άκαμπτος σκληρός/ έλλειψη ελευθερίας νοιώθει ο λαός./ Η δυστυχία ενυπάρχει στην ευτυχία/ στην ευτυχία κρύβεται η δυστυχία./Ποιος στην εντέλεια τη Νομοθεσία γνωρίζει; / Δεν είναι αυτό ο κανόνας την ζωή που καθορίζει;" (…).
Ιδού ένα αντιπολεμικό του Ντου Φου , που γεννήθηκε το 712 και τιτλοφορείται "Η μπαλάντα των στρατευμένων":
"Τροχών στριγκλίσματα, αλόγων χλιμιντρίσματα / οι στρατευμένοι με τόξα και βέλη ζωσμένοι. / Μανάδες πατεράδες γυναικόπαιδα / πεζοπορούν κουνούν τα χέρια αποχαιρετούν, / στη γέφυρα του Σιάμ Γιανγκ από τη σκόνη δεν μπορούν να δουν(…). / Στα σύνορα αίμα χύνεται πολύ / μία θάλασσα γεμίζει, / τα όρια της χώρας επεκτείνει / ο βασιλιάς Χαν Γου Ντι, / δεν θέλει να σταματήσει, τις μάχες συνεχίζει. / Αντέχουν οι στρατιώτες στο Σουανσί / όμως από τον πόλεμο τον τραχύ ζορίζονται, / σαν κοτόπουλα και σαν σκυλιά τους μεταχειρίζονται / και μολονότι ο αξιοσέβαστος κύριος επίμονα ρωτά / ο πειθαρχικός στρατιώτης δεν απαντά / γιατί δεν επιτρέπεται να διαμαρτυρηθεί".
"Η θλίψη" , γραμμένο από τον Σιν Τσι – Τζι γεννηθέντα το 1140 πιστοποιεί πως η λύπη είναι παντού και πάντοτε η ίδια:
"Σαν ήμουν νέος / πως νιώθεται η θλίψη αγνοούσα, / μου άρεσε στη σοφίτα ν΄ανεβαίνω / γι΄αυτήν να στιχουργώ, να επιμένω / τώρα που γνώρισα και ξέρω / θέλω πολύ για θλίψη να μιλώ / μα σταματώ. Μόνο προφέρω: / ψυχρός καιρός, φθινόπωρο βροχερό".
Ολιγόστιχο των πρόσφατων χρόνων, με τίτλο "Μακριά και κοντά" δια χειρός Γκου Τσενγκ (1956- 1993) μοιάζει με τραγουδάκι:
"Εσύ /μια βλέπεις εμένα/ μια βλέπεις τα σύννεφα / Νομίζω,/ όταν βλέπεις εμένα είσαι πολύ μακριά/ όταν βλέπεις τα σύννεφα είσαι πολύ κοντά".
Επιγραμματικό το "Άνθρωπος μιας γενιάς" του Γκου Τσενγκ (1956- 1993) μόλις 20 λέξεις αλλά με μαχητική ελπίδα:
"Η μαύρη νύχτα μου έδωσε μαύρα μάτια/ Η μαύρη νύχτα μου έδωσε μάτια σκοτεινά/ όμως μ΄αυτά αναζητώ το φως".
Ο Παναγιώτης Μαυρίδης σημειώνει στον πρόλογο ότι ανέλαβε το εγχείρημα της απόδοσης των ποιημάτων λόγω του ενδιαφέροντός του για τον μακραίωνα κινεζικό πολιτισμό, έχοντας τη βοήθεια των Κινέζων σπουδαστών της ελληνικής γλώσσας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γουάνγκ Μαν, Σσι Γιύ Φαν και Τζανγκ Ντι.
Δίπλα σε κάθε απόδοση παρατίθεται το αντίστοιχο ποίημα σε ιδεογράμματα. Το ελληνικό κείμενο ακολουθεί το πολυτονικό σύστημα που όμως σήμερα δεν προσφέρει στην απαγγελία… κάνοντας τους νέους αναγνώστες να τα θεωρούν ψιλές και δασείες … κινέζικα. Πάντως μπορεί να είναι ελλείπουσα η φωνητική ενέργεια των τόνων, αλλά για τους παλαιότερους λειτουργεί ως νοσταλγικό άγχος των γυμνασιακών χρόνων . ΟΓιούι Γκουάνγκ, γεννηθείς το 1928, με τίτλο "Η νοσταλγία" γράφει:
"Όταν ήμουν παιδί/ η νοσταλγία ήταν μία μικρούλα επιστολή/ εγώ το τέλος/ η μαμά στην αρχή(…) Τώρα η νοσταλγία είναι κανάλι/ εγώ εδώ – εγώ στη μια πλευρά/ η Κίνα εκεί- η Κίνα απ΄ την άλλη".
Πηγή: ΑΠΕ
Με το έργο αυτό υπενθυμίζουν στο ελληνικό κοινό ότι η αρχαία και αχανής αυτή χώρα δεν αποτελεί για τον νεοέλληνα μόνο γαστριμαργική πρόκληση και ελπίδα επιχειρηματικότητας, αλλά συνιστά και αρχαία κοιτίδα ποιημάτων πολύ πριν τα ομηρικά έπη.
Η εν λόγω έκδοση, όπως και άλλες προγενέστερες άλλων οίκων ("Κινέζοι ποιητές", μετάφραση Σωκράτη Λ. Σκαρτσή, εκδόσεις Καστανιώτης, 1988 - "Ολίγο φως και μακρινό", Πέτρου Α. Δήμα, Γαβριηλίδης, 1999 - "Κινέζικη ποίηση", Αμαλίας Τσακνιά, Πλέθρον, 2000 ), έρχεται να επιβεβαιώσει πως η ποιητική τέχνη καταργεί χρόνους, υπερβαίνει σύνορα, ενοποιεί αισθήματα.
Η ανάγνωση των ποιητικών αυτών κειμένων – παρ΄όλο που δεν θα τα έλεγες όλα εξαίσια- εκπλήσσουν με τον αρχαίο μοντερνισμό τους. Το παρακάτω ποίημα υπό τον τίτλο "Ο κυβερνήτης", του Λάο Τζι, γράφτηκε από τον ποιητή γεννημένο το 571 π.Χ:
"Όταν ο κυβερνήτης είναι δίκαιος ανεκτικός/ γίνεται ο λαός άδολος έντιμος αγνός/ Όταν ο κυβερνήτης είναι άκαμπτος σκληρός/ έλλειψη ελευθερίας νοιώθει ο λαός./ Η δυστυχία ενυπάρχει στην ευτυχία/ στην ευτυχία κρύβεται η δυστυχία./Ποιος στην εντέλεια τη Νομοθεσία γνωρίζει; / Δεν είναι αυτό ο κανόνας την ζωή που καθορίζει;" (…).
Ιδού ένα αντιπολεμικό του Ντου Φου , που γεννήθηκε το 712 και τιτλοφορείται "Η μπαλάντα των στρατευμένων":
"Τροχών στριγκλίσματα, αλόγων χλιμιντρίσματα / οι στρατευμένοι με τόξα και βέλη ζωσμένοι. / Μανάδες πατεράδες γυναικόπαιδα / πεζοπορούν κουνούν τα χέρια αποχαιρετούν, / στη γέφυρα του Σιάμ Γιανγκ από τη σκόνη δεν μπορούν να δουν(…). / Στα σύνορα αίμα χύνεται πολύ / μία θάλασσα γεμίζει, / τα όρια της χώρας επεκτείνει / ο βασιλιάς Χαν Γου Ντι, / δεν θέλει να σταματήσει, τις μάχες συνεχίζει. / Αντέχουν οι στρατιώτες στο Σουανσί / όμως από τον πόλεμο τον τραχύ ζορίζονται, / σαν κοτόπουλα και σαν σκυλιά τους μεταχειρίζονται / και μολονότι ο αξιοσέβαστος κύριος επίμονα ρωτά / ο πειθαρχικός στρατιώτης δεν απαντά / γιατί δεν επιτρέπεται να διαμαρτυρηθεί".
"Η θλίψη" , γραμμένο από τον Σιν Τσι – Τζι γεννηθέντα το 1140 πιστοποιεί πως η λύπη είναι παντού και πάντοτε η ίδια:
"Σαν ήμουν νέος / πως νιώθεται η θλίψη αγνοούσα, / μου άρεσε στη σοφίτα ν΄ανεβαίνω / γι΄αυτήν να στιχουργώ, να επιμένω / τώρα που γνώρισα και ξέρω / θέλω πολύ για θλίψη να μιλώ / μα σταματώ. Μόνο προφέρω: / ψυχρός καιρός, φθινόπωρο βροχερό".
Ολιγόστιχο των πρόσφατων χρόνων, με τίτλο "Μακριά και κοντά" δια χειρός Γκου Τσενγκ (1956- 1993) μοιάζει με τραγουδάκι:
"Εσύ /μια βλέπεις εμένα/ μια βλέπεις τα σύννεφα / Νομίζω,/ όταν βλέπεις εμένα είσαι πολύ μακριά/ όταν βλέπεις τα σύννεφα είσαι πολύ κοντά".
Επιγραμματικό το "Άνθρωπος μιας γενιάς" του Γκου Τσενγκ (1956- 1993) μόλις 20 λέξεις αλλά με μαχητική ελπίδα:
"Η μαύρη νύχτα μου έδωσε μαύρα μάτια/ Η μαύρη νύχτα μου έδωσε μάτια σκοτεινά/ όμως μ΄αυτά αναζητώ το φως".
Ο Παναγιώτης Μαυρίδης σημειώνει στον πρόλογο ότι ανέλαβε το εγχείρημα της απόδοσης των ποιημάτων λόγω του ενδιαφέροντός του για τον μακραίωνα κινεζικό πολιτισμό, έχοντας τη βοήθεια των Κινέζων σπουδαστών της ελληνικής γλώσσας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γουάνγκ Μαν, Σσι Γιύ Φαν και Τζανγκ Ντι.
Δίπλα σε κάθε απόδοση παρατίθεται το αντίστοιχο ποίημα σε ιδεογράμματα. Το ελληνικό κείμενο ακολουθεί το πολυτονικό σύστημα που όμως σήμερα δεν προσφέρει στην απαγγελία… κάνοντας τους νέους αναγνώστες να τα θεωρούν ψιλές και δασείες … κινέζικα. Πάντως μπορεί να είναι ελλείπουσα η φωνητική ενέργεια των τόνων, αλλά για τους παλαιότερους λειτουργεί ως νοσταλγικό άγχος των γυμνασιακών χρόνων . ΟΓιούι Γκουάνγκ, γεννηθείς το 1928, με τίτλο "Η νοσταλγία" γράφει:
"Όταν ήμουν παιδί/ η νοσταλγία ήταν μία μικρούλα επιστολή/ εγώ το τέλος/ η μαμά στην αρχή(…) Τώρα η νοσταλγία είναι κανάλι/ εγώ εδώ – εγώ στη μια πλευρά/ η Κίνα εκεί- η Κίνα απ΄ την άλλη".
Πηγή: ΑΠΕ
loading...
Δημοσίευση σχολίου
Δεν διμοσιεύονται σχόλια υβριστικού περιεχομένου. Την αποκλειστική ευθύνη για τα σχόλια την έχουν οι σχολιαστές.